Ήταν Παρασκευή βράδυ, οι άνθρωποι είχαν από ώρα πέσει στα κρεβάτια τους επιζητώντας την γαλήνη του ύπνου. Κανείς όμως δεν ένιωθε γαλήνιος εκείνη την νύχτα. Η Γκουβερνάντα στην Χαριλάου Τρικούπη σαν από κάποιο αρχέγονο ένστικτο δεν είχε ύπνο, σηκώθηκε και πήγε στο δωμάτιο του νήπιου που κοιμόταν. Ούτε αυτό όμως έβρισκε ησυχία, κάτι ενοχλούσε τον ύπνο του και κάθε τόσο, ανήσυχο και νευρικό, γύριζε πλευρό, . Η ηλικιωμένη γυναίκα πήρε μια καρέκλα και κάθησε δίπλα στην κούνια του παιδιού παρατηρώντας τον ταραγμένο ύπνο του. Μια δυνατή ριπή ανέμου τράνταξε τα παραθυρόφυλλα κάνοντας τη να τιναχτεί όρθια. Κάποιο κακό έθετε τα σχέδια του σε κίνηση εκείνη την νύχτα, το ένιωθε, όλοι το ένιωθαν. Έσφιξε κι άλλο τα πατζούρια και κάθισε ξανά να προσέχει το μελλοντικό πρωθυπουργό.
Ο άνεμος που έζεχνε μαγεία, μαγεία υφασμένη από ύπουλα χέρια με δόλιους σκοπούς, προσπέρασε γρήγορα την Χαριλάου Τρικούπη και κατευθύνθηκε αλλού
Στο Μέγαρο Μαξίμου, το ζευγάρι είχε από ώρα αποκοιμηθεί. Η γυναίκα όμως ελάχιστη ηρεμία έβρισκε σε αυτόν τον γεμάτο εφιάλτες και προμυνήματα ύπνο. Πετάχτηκε όρθια με το πρώτο κροτάλισμα του αέρα στο παράθυρο και χίλια μικρά μαχαίρια ένιωσε να μπήγονται στην σπονδυλική της στήλη. Γύρισε και κοίταξε προς το μέρος του κρεβατιού οπού έστεκε ξαπλωμένος ο άντρας της. Η διαίσθηση της δεν λάθευε, πάλι είχε παραφάει και ροχάλιζε. Ένα καταχθόνιο σχέδιο εξελισόταν εκείνο το βράδυ. Την υπόλοιπη νύχτα δεν κοιμήθηκε, πως θα μπορούσε άλλωστε.
Ο άνεμος δυνάμωνε διαρκώς, ο αέρας γινόταν θύελλα που εξαπέλυε την μανία της σε ότι βρισκόταν στον δρόμο της. Σε κάθε ριπή θαρρείς πως ακουγόταν ένα υποχθόνιο γέλιο και με κάθε λεπτό η έντασή του αυξανόταν μέχρι που αντηχούσε καθαρά. Αλίμονο σε όποιον βρισκόταν στο έλεός του εκείνη την νύχτα
Τα παραθυρόφυλλα του μικρού αναψυκτηρίου στο Κορωπί τραντάζονταν όλη τη νύχτα. Ο ιδιοκτήτης ξάγρυπνος αισθανόταν το βάρος της απειλής που κρεμόταν πάνω από το κεφάλι του. Μπορούσε μόνο να ελπίζει στο έλεος του Θεού.
Η νύχτα πέρασε και η θύελλα κόπασε. Ο ήλιος για ακόμη μια φορά επανέφερε την σιγουριά στην πόλη που μουδιασμένη ξεκινούσε μια ακόμη νέα ημέρα. Κανείς δεν θυμόταν τι είχε συμβεί την προηγούμενη νύχτα... ή σχεδόν κανείς. Η ανατολή του ηλίου βρήκε τον ιδιοκτήτη του αναψυκτηρίου αποκοιμημένο πάνω σε μια καρέκλα με τα χέρια του ξυλιασμένα να σφίγγουν ακόμα τα μάνταλα με όλη τους την δύναμη. Οι πρώτες αχτίδες τον χτύπησαν στο πρόσωπο και έδιωξαν τον ύπνο από τα μάτια του. Σε λίγο άλλωστε θα έφταναν οι πρώτοι πελάτες και έπρεπε να είναι έτοιμος.
Το μαγαζί του αποτελούταν από 3 στενόχωρα κτίσματα τα οποία χρησίμευαν ως αποθήκες υλικού και ως στέγη για το λιγοστό υπηρετικό προσωπικό ενώ στην πισινούλα στην πίσω αυλή έπλενε ο Βασίλης κάθε βράδυ τα πιατικά. Ναι, ο Βασίλης με την δύναμη των χεριών του και τον ιδρώτα του μετώπου του είχε στήσει αυτή την καντινούλα και τώρα την δούλευε για να βγάλει τα προς το ζην. Έτσι με τα χρόνια απέκτησε κάποια πελατεία μέσα στην οποία βρίσκονταν και έγκριτα άτομα της κοινωνίας.
Τις προάλλες η τύχη είχε χαμογελάσει στον Βασίλη... Ο πρωθυπουργός είχε περάσει απ' το φτωχικό του. Αφού καταβρόχθισε τα μισά αποθέματα των ενόπλων δυνάμεων για τις γιορτές άφησε για πουρμπουάρ το Υπ.Απασχόλησης. Δεν ήξερε τι να το κάνει ο Βασίλης γι αυτό το φύλλαξε στην άκρη για μια δύσκολη ώρα. Να όμως που αυτή δεν άργησε να ρθει.
CIA: Είστε ο κύριος Βασίλης Μαγγίνας;
Βασίλης: Μάλιστα. Τι θα θέλατε;
CIA: Είμαστε απ'ο την CIA... έχουμε ένταλμα να ψάξουμε την καντίνα σας...
Βασίλης: Μα εγώ δεν έχω αλισβερίσια με τους Αμερικάνους, τι θέλετε λοιπόν από μένα
CIA1: CIA2 αυτό θεωρείται αντίσταση κατά της αρχής; Να τον αποτεφρώσω;
CIA2: Συγρατήσου CIA1... σε λίγο. Κατ αρχάς κύριε η CIA δεν έχει καμία σχέση με την Αμερική. Πρόκειται για την Cill Imigration Agency υποκατάστημα της ΕΔΑΦΗ corp.
Βασίλης: Μα τι λες τώρα, έτσι κι αλλιώς θα ήταν Kill Imigration Agency...
CIA: Είδες το ήξερα οτι θα συμφωνούσες, πάμε τώρα...
Βασίλης: Μα...
CIA: Αυτό μπορεί και να θεωρηθεί αντίστ....
Βασίλης: Καλά Καλά πάμε...
Βασίλης : Εδώ είναι η πρώτη αποθήκη που φυλάω τα κρέατα και τα εργασιακά δικαιώματα. Μερικά μάλιστα τα σφάζω και εδώ στον πάγκο για να είναι φρέσκα.
CIA: Χμ... πόσα τετραγωνικά είναι η αποθήκη;
Βασίλης: Ε δε θά 'ναι 300-400 πιάνουν χώρο οι ασφαλισμένοι βλέπετε...
CIA: Μάλιστα... Χτίσατε 3 Πακιστανούς στα θεμέλια όπως προβλέπει ο κανονισμός...
Βασίλης: Εεεεε Μάλιστα
CIA: Πως τους έλεγαν;
Βασίλης: Εεεεε μααα... δεν θυμάμαι
CIA: Δεν έχει σημασία εξάλλου όλα τα πλάσματα του Σάουρον την ίδια μούρη έχουνε... Χαχαχαχαχαχαχαχα
Βασίλης: Μα... τι...
CIA: Μην αντιστέκεσαι στην αρχή και γέλα...
Βασίλης:ΧΑΑ ΧΑΑ ΧΑΑθηνών
CIA: Ωραία πάμε και στο δεύτερο κτίριο... Τι έχουμε εδώ;
Βασίλης: Ε να εδώ είναι τα καταλύματα των εργαζομένων στην καντίνα.
CIA: Αχαααααααα... Μυρίζομαι λαγό...
Βασίλης: Αποκλείεται κύριε... μόνο σκύλ..
CIA1: Silence imbecile... Ι sense the vile existence of impure beings, defiling this building. I shall charge forth and may god have mercy upon their souls for I shall show none.
CIA2: Ωχ μυρίστικε Ινδό... Ποιός τον πιάνει τώρα... Κύριε Μαγγίνα κατηγορείστε οτι υποθάλπετε παραβάτες του κανονισμού περι μετανάστευσης και γι αυτό σας συλλαμβάνω
εν ονόματι της ΕΔΑΦΗ και του Προφήτη Λιακόπουλου.
Βασίλης: Μα ο κανονισμός λέει σώμα μπαίνει κεφάλι δεν μπαίνει...
CIA: Ακριβώς γι αυτό προσλάβαμε τον Ανατολάκη για συνοριοφύλακα. Τώρα έχεις το δικαίωμα να βγάλεις το σκασμό αλλιώς θα σου κόψω την γλώσσα.
ΥΓ: Και κάπως έτσι έληξε η υπόθεση Μαγγίνα. Επίσης για αυτό τον λόγο η παραίτησή του υπεβλήθη γραπτώς.
3 σχόλια:
my name is Μπεκας..
Υπαστυνομος Μπεκας!..
Ρε γραφεις πολυ ωραια! Γουσταρω!
Κατι τετοιες στιγμες εκνευριζομαι οταν σκεφτομαι οτι υπαρχει περιπτωση στην "Εκθεση" ο καθηγητης/τρια που ειχες να μην σου εβαζε βαθμο!
Δημοσίευση σχολίου