Γειά σας σήμερα μαζί σας ο Τραμπάκουλας στη θέση του ΦΤΟ που δεν ξυπνάει πια μέσα του το κτήνος
"Πάντα θέλει να βγαίνει από πάνω."
Και αυτές τις μέρες όλα ήταν δύσκολη δουλειά. Τα χωράφια, τα ζώα και οι τιμές στην αγορά που όλο πέφτουν. Που όλο πέφτουν σε αυτά που πουλάει αυτός φυσικά, γιατί όλα τα άλλα ανεβαίνουν. Δεν θέλει ο κόσμος να αγοράζει φρέσκα λαχανικά όταν μπορεί να τα παίρνει σε κονσέρβες και να μη χαλάνε. Και τα κονσερβοποιεία δεν πληρώνουν ούτε όσα του κοστίζουν οι ζωοτροφές.
"Πάντα θέλει να βγαίνει από πάνω."
Η βλάστηση είχε αρχίσει να πυκνώνει γύρω του όπως συνήθιζε να κάνει λίγο αφού ο Καρλ έπαιρνε το μονοπάτι που οδηγούσε απ' το σπίτι του στις παρυφές του δάσους. Δεν ήταν παρά 11 το πρωί και ήδη ένιωθε πολύ ταραγμένος.
"Γιατί δεν το καταλαβαίνει; Γιατί; Αφού ο Κραφτ φτιάχνει καινούριο εργοστάσιο και θα μας πάρει και τους δύο για δουλειά. Έστειλε τους ανθρώπους του να το διαδώσουν σε όλα τα γύρω χωριά για να το μάθουν όλοι. Σήμερα το πρωί είδα τους Μπάουερ να ετοιμάζονται να φύγουν."
Η σκέψη αυτή έκανε τον Κάρλ να σφίξει με το χέρι του την λαβή του όπλου νευρικά. Υπο άλλες συνθήκες θα ήταν χαρούμενος. Ποτέ δε τους είχε συμπαθήσει τους Μπάουερ. Μπορεί οι οικογένειες τους να γειτόνευαν εδώ και δεκαετίες και μπορεί ο πατέρας του να ήταν φίλος με τον γερο-Αδόλφο και μαζί να είχαν συνεφέρει τα χωράφια από τα οποία τώρα ζούσαν όλοι τους, αλλά πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Ο πατέρας του πέθανε και ο γερο-Αδόλφος έχασε το μυαλό του από τα γηρατειά. Τώρα αυτός και ο Γιόχαν είχαν την ευθύνη να ζήσουν τις οικογένειές τους.
Δεν θυμόταν καν πως είχε ξεκινήσει αυτή η παγωμάρα μεταξύ τους, Ήταν εκείνα τα Χριστούγεννα μήπως, τα πρώτα που δε τους κάλεσαν για το τραπέζι ή εκείνη η φορά που ο Γιόχαν δε του δάνεισε το άλογο τότε που είχε αρρωστήσει το δικό του. Ήταν μήπως τη νύχτα με τη μεγάλη καταιγίδα που πλημμύρισε το υπόγειο των Μπάουερ και ο Κάρλ δεν πήγε να βοηθήσει;
Είναι δύσκολη δουλειά να βγάζεις το νερό κουβά με τον κουβά ενώ ακόμα βρέχει και να προσπαθείς να σώσεις ότι μπορεί να έχει μείνει στεγνό. Και στον Κάρλ ποτέ δεν άρεσε η δύσκολη δουλειά.
Και αυτές τις μέρες όλα ήταν δύσκολη δουλειά. Τα χωράφια, τα ζώα και οι τιμές στην αγορά που όλο πέφτουν. Που όλο πέφτουν σε αυτά που πουλάει αυτός φυσικά, γιατί όλα τα άλλα ανεβαίνουν. Δεν θέλει ο κόσμος να αγοράζει φρέσκα λαχανικά όταν μπορεί να τα παίρνει σε κονσέρβες και να μη χαλάνε. Και τα κονσερβοποιεία δεν πληρώνουν ούτε όσα του κοστίζουν οι ζωοτροφές.
"Ο Μπάουερ ήδη πούλησε τη γη του. Τώρα που ακόμα έχει αξία. Άμα δε πουλήσουμε τώρα σε λίγο δε θα τη θέλει κανείς. Πρέπει να τα πουλήσουμε όλα στον Κράφτ, όπως έλεγαν οι άνθρωποι του και με τα λεφτά να πάρουμε ένα διαμέρισμα στην πόλη. Κοντά στο νέο εργοστάσιο. Θα δουλεύουμε και οι δυο εκει. Θα είναι καλά."
Αυτό ήθελε να πει ο Κάρλ στη Λούκα, τη γυναίκα του. Αλλά όποτε πήγαινε να της μιλήσει δε τα κατάφερνε. Δε το είχε με τα λόγια. Δε το είχε με τα λόγια και πάντα η Λούκα κατάφερνε να τον τουμπάρει. Του έλεγε οτι ο Κραφτ δε θέλει το καλό τους, οτι θέλει να κάνει όλους τους ανθρώπους της περιοχής να δουλεύουν γι αυτόν. Γι αυτό αγοράζει την σοδειά τους σε τόσο χαμηλές τιμές, για το καινούριο κονσερβοποιείο.
Ο Κάρλ δεν καταλάβαινε. Πως γίνεται να μη θέλει το καλό τους αλλά να τους δίνει δουλειές; Και σπίτια στην πόλη. Σίγουρα ήταν μικρά τα σπίτια, αλλά θα ήταν σπίτια στην πόλη. Ο Κάρλ δεν καταλάβαινε και γι αυτό εκνευριζόταν και μετά έπαιρνε το όπλο του και ερχόταν στο δάσος να κυνηγήσει. Ήταν ήρεμα στο δάσος, καθάριζε το μυαλό του. Το είχε πάρει απόφαση όταν γυρνούσε στο σπίτι δε θα σήκωνε κουβέντα. Θα πούλαγαν τα πάντα και θα έφευγαν.
Ο Κάρλ δεν καταλάβαινε. Πως γίνεται να μη θέλει το καλό τους αλλά να τους δίνει δουλειές; Και σπίτια στην πόλη. Σίγουρα ήταν μικρά τα σπίτια, αλλά θα ήταν σπίτια στην πόλη. Ο Κάρλ δεν καταλάβαινε και γι αυτό εκνευριζόταν και μετά έπαιρνε το όπλο του και ερχόταν στο δάσος να κυνηγήσει. Ήταν ήρεμα στο δάσος, καθάριζε το μυαλό του. Το είχε πάρει απόφαση όταν γυρνούσε στο σπίτι δε θα σήκωνε κουβέντα. Θα πούλαγαν τα πάντα και θα έφευγαν.
Τη σκέψη του αυτή διέκοψε το πέταγμα ενός αγριοπερίστερου. Ο Κάρλ δεν έχασε χρόνο, σήκωσε την κάνη του και έκανε αυτό που ήξερε να κάνει καλά.
Όταν γύρισε στο σπίτι ακούμπησε το αγριοπερίστερο στο τραπέζι και κάλεσε την γυναίκα του να κάτσει στο πλάι του.
"Λούκα" της είπε.
"Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Η πάλη των τάξεων παραμένει ιστορικά αδικαίωτη, ενώ η διεθνής καπιταλιστική μεθοδολογία, σαμποτάρει την πρωτοβουλία της κολχόζνικης ιδιοκτησίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας σεχταρισμός που αποπροσανατολίζει τις μάζες και τις αφήνει σε ένα τέλμα ιδεολογικής σύγχυσης με ανεπανόρθωτες συνέπειες, ανεπανόρθωτες συνέπειες επαναλαμβάνω, στην ανάπτυξη του κινήματος της εργατικής τάξης και της αποδέσμευσής της από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου